30/11/12 0 σκέψεις

Αθήνα. Μια συρραφή.



Πρώτη έρχεται στο μυαλό μου η λέξη «ισορροπία». Να μάθω να ισορροπώ στις τεντωμένες από νεύρο κι απελπισία φλέβες μου, να μπορέσω να προχωρήσω λίγο παρακάτω. Από το κενό, λιγάκι παρακάτω.

Άνθρωποι τυλίγονται με κουβέρτες και κοιμούνται σε πολυσύχναστους δρόμους γύρω από την πλατεία Συντάγματος. Κοντά σε μπαράκια που υποθέτω πως σερβίρουν ζωή που συνεχίζεται.
Πώς;

Αστυνομία παντού. Χρήματα του δημοσίου που καβαλικεύουν τα δίκυκλα και επιτηρούν τις ύποπτες φάτσες. Το κοινωνικό κράτος απουσιάζει. Εκείνος ο Άγιος της Coca Cola με την κόκκινη στολή και τα άσπρα γένια θα μπορούσε να φέρει μια κρατική υπηρεσία που θα πλησιάζει κάθε άστεγο, θα ακούει με προσοχή την ιστορία της ζωής του και θα προσπαθεί να αξιοποιήσει την παραμικρή του ικανότητα.

 Όχι. Η Αγία Τρικομματική Κυβέρνηση λέει όχι.

Προσπαθώντας να ισορροπήσω, φωτογράφισα τους διψασμένους για αλλαγή τοίχους. Λυτρωτική διαδικασία. Εκείνος ο ιστορικός του μέλλοντος, που όλοι τον περιμένουμε να μελετήσει τα αδιέξοδα, θα έχει πολλά γραμμένα κλάματα να χρησιμοποιήσει στην έρευνά του.

«Ποιος φόβος κλαίει κι είν’ έτσι γλιστερό ό, τι αλλάζει;» Κ.Δ

3/11/12 0 σκέψεις

Σκότωσέ τους γλυκά (2012)



*της Κικής Μουστακίδου 

Με μια αρχική σκηνή που θα μπορούσε να είναι φινάλε και το αντίστροφο, η τρίτη ταινία του Άντριου Ντόμινικ προσφέρει δυνατές στιγμές που δυσκολεύονται να «δέσουν» σε ένα τελικό, εξίσου δυνατό σύνολο. Ξεκάθαρα πολιτικό και αλληγορικό, το φιλμ που διαγωνίστηκε για τον «Χρυσό Φοίνικα» στο Φεστιβάλ των Καννών, φέρνει σε αντιπαραβολή την αμερικανική οικονομία που βρίσκεται υπό κατάρρευση  με τη δράση του υποκόσμου που εξακολουθεί να απολαμβάνει τη δική της άνθηση, μέσα σε ένα καθεστώς επικράτησης του μεγάλου ψαριού και πίστης στο χρήμα.

Ο Τζάκι Κόγκαν (Μπραντ Πιτ) είναι ένας επαγγελματίας μπράβος που αναλαμβάνει να εντοπίσει και να σκοτώσει τους δράστες που λήστεψαν ένα παιχνίδι πόκερ, το οποίο διεξαγόταν υπό την προστασία της Μαφίας. Αυτή είναι με μια φράση η σύνοψη της ταινίας που θα βάδιζε στα βαρετά χνάρια του άφθονου αίματος αν δεν συνοδευόταν από αποσπάσματα προεκλογικών ομιλιών του Ομπάμα. Εύστοχη επιλογή ως σχόλιο επάνω στο αμερικανικό όνειρο που έχει πια πεθάνει αλλά εξυπηρετεί να μοιάζει ζωντανό, την ίδια στιγμή που ένας πληρωμένος δολοφόνος συνηθίζει να κάνει ό, τι και οι κυβερνήσεις της χώρας του: να σκοτώνει γλυκά. Το casting της ταινίας είναι εξαιρετικό, όπως και η φωτογραφία της, συλλαμβάνοντας με ειλικρίνεια τα κάδρα της εξαθλίωσης ενός κράτους που αρέσκεται να είναι γνωστό για τα φώτα και τη λάμψη του.  Ωστόσο, πέφτει στην παγίδα της «κοιλιάς» περίπου στη μέση της διάρκειάς της, κατά την έλευση ενός βοηθού εκτελεστή και από εκεί και έπειτα, το μόνο αξιομνημόνευτο είναι η τελευταία ατάκα του Μπραντ Πιτ: «Η Αμερική δεν είναι χώρα, είναι μπίζνες».  

*Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Φιλμ Νουάρ», 01.11.2012
 
;