28/3/10 2 σκέψεις

Το μουσικό καζάνι που βράζει.


Ολο το βράδυ έψαχνα ένα επίθετο που να ταιριάζει στην Νατάσσα Μποφίλιου. Υστερα έπαψα να ψάχνω γιατί συνειδητοποίησα ότι θα έχανα πολύτιμες στιγμές. Εχει κάτι αυτό το κορίτσι, κάτι που δεν έχει συνειδητοποιήσει ακόμη ούτε το «ταγμένο» κοινό της. Είναι η φωνή της που τεντώνει τις φλέβες, το θεατρικό της ταξίδι πάνω στην σκηνή, με τα φώτα στο χρώμα της βιολέτας. Ετσι νανουρίζει το μικρόφωνο στα χέρια της και ξυπνάει όλους εμάς...(Εμένα τουλάχιστον, ναι.)

«Δεν είσαι εσύ γι’ αυτά, τι σε φορτώνω;
εσύ, την ησυχία σου…
το βλέμμα σου στα υπογραμμισμένα
να μη χαθεί εκατοστό.
Παρ’ όλ’ αυτά
παρ’ όλ’ αυτά, σε ευχαριστώ.

Δεν είσαι για μεγάλες περιπέτειες
το σέβομαι…
ένα περίπατο στο κέντρο, το πολύ
καμιά φορά στη θάλασσα, ως εκεί.
Παρ’ όλ’ αυτά
παρ’ όλ’ αυτά, μου είναι αρκετό.

Προσπάθησες να είσαι κάτι άλλο κι ας μην πέτυχε
εγώ είναι σα να γύρισα τον κόσμο,
κι ας μη σε κούνησα όσο θέλω απ’ τη βολή σου
κι αν δε σε κούνησα όσο θέλω απ’ τη βολή σου.
Με τα καράβια που με πήγαινες να δω
με τα καράβια που με πήγαινες να δω
ταξίδευα…

Κι ας είδα τη ζωή στην τηλεόραση
κι ας διάβασα τα πάντα στα βιβλία
κι ας ήμουν και δεν ήμουνα στο πλάι σου
κι ας ήμουν και δεν ήμουνα στο πλάι σου
ταξίδευα…»

«Ευχαριστήριο, Νατάσσα Μποφίλιου, 2009»
25/3/10 2 σκέψεις

Το φαντάστηκα. Ηδη...


«Η ομπρέλα μου είναι εκτός ελέγχου... Φαντάσου να είμαστε κάτω από μία τεράστια ομπρέλα. Οτι ζούσαμε σε μια τεράστια ομπρέλα. Δεν θα ήταν πολύ περίεργο; Γιατί τότε θα βλέπαμε μόνο πράσινο ή οποιοδήποτε άλλο χρώμα όλη την ώρα».

«New York, I love you»
14/3/10 1 σκέψεις

Πορείας άξιον;



Κάποιος με ρώτησε τι θα πει κλισέ. Μου φάνηκε απόκοσμη η απορία και χαμογέλασα στραβά. Απάντησα πως σημαίνει τετριμμένο και μια άλλη φωνή συμπλήρωσε την ερμηνεία με την φράση «το τετριμμένο φυγείν αδύνατον». Με την δικαιολογία του παραλλαγμένου γνωμικού, θα δοκιμάσω κι εγώ να παρασυρθώ από το σφάλμα του κλισέ. Γιατί είναι κλισέ και μάλιστα πολυφορεμένο να αναφέρεσαι ξανά και ξανά σε μια πανελλαδική απεργία, αλλά και ηθικά αδύνατο να μην το κάνεις.

Πέμπτη πρωί, πορεία στο κέντρο της πόλης. Ανεβαίνοντας τον πεζόδρομο, χέρια προτάσσουν εφημερίδες και τραβούν την προσοχή ανά πέντε μέτρα. Θα είμαι ειλικρινής, δεν τις κοίταξα ούτε μια στιγμή. Στο επόμενο βήμα θυμήθηκα μια διαπίστωση που λέει πως οι άνθρωποι αφηνόμαστε στην δική μας προπαγάνδα, αφού επιλέγουμε να διαβάσουμε εφημερίδες με την πολιτική γραμμή των οποίων συμφωνούμε. Δεν ακούμε την αντίθετη πλευρά, δεν μπαίνουμε σε διαδικασία κριτικής ανάλυσης. Κακώς δεν έριξα μια ματιά, έστω στους τίτλους.

Το βάδισμα ήταν αργό, τα πηγαδάκια κινούμενα, οι άντρες κουβέντιαζαν για το ντέρμπι της Κυριακής. Τα πανό προπορεύονταν, οι υπόλοιποι ακολουθούσαμε. Ενιωσα να βρίσκομαι στην περιφορά του Επιταφίου. Εκεί που πρέπει να σωπάσεις και να σεβαστείς το νόημα του τελετουργικού, αλλά τελικά βρίσκεσαι να πνίγεις πικρόχολα σχόλια για το ντύσιμο της μπροστινής σου. Και ήταν Επιτάφιος. Τα όνειρα που σέρνονταν νεκρά μέσα από άτολμα συνθήματα. Ανάβεις το κερί σου σαν καλός χριστιανός, κάνεις το καθήκον. Κι ας μην πιστεύεις εδώ και καιρό στα θαύματα.

«Σε μια πορεία», λέει, «συναντάς συγκινητικές φιγούρες, ανθρώπους που όλη τους η ζωή βρίσκει το νόημά της εκεί». Ενας άντρας στην μέση του δρόμου έκλαιγε, φώναζε «γιατί» κοιτώντας προς τον ουρανό. Δεν κατάλαβα το γιατί του, μόνο οι σφιγμένες του γροθιές με διαπέρασαν. Το δικό του κλάμα δεν ήρθε από τα δακρυγόνα, μακριά από τα οποία προσπαθούσε να μας φυγαδεύσει μερικά λεπτά αργότερα. Προκλήθηκε από αυτόν τον κύκλο, που πάντα καταλήγει έξω από ένα υπουργείο. Με αυγά, πέτρες, βρισιές, χτυπήματα. Μετά διαλύεται, μετά ανανεώνεται, μετά ξεθυμαίνει και πάλι. Επαναλαμβανόμαστε, κι αυτό ίσως τον σοκάρει. Κι η επανάληψη λένε πως είναι η μητέρα της μάθησης. Οταν όμως είναι στείρα, δεν μπορεί να γεννήσει τίποτα.
13/3/10 0 σκέψεις

«Παραδεισένια οστά»



Μπορεί να βρισκόμαστε και εμείς στο μεσοδιάστημα, σαν την Σούζι. Απλά να μην το έχουμε καταλάβει. Το ένα βήμα να μας φέρνει πιο κοντά στο θάνατο και άλλο να μας κρατά δεμένους με την ζωή. Κι η λωρίδα αυτή ανάμεσα στον ουρανό και την γη, να έχει πράγματι αυτήν την μορφή. Τα δέντρα να έχουν για φυλλωσιές χρυσοπράσινα σπουργίτια. Να περπατάς την μια στιγμή ανάμεσα στα στάχυα και την άλλη να πρέπει να τα κολυμπήσεις. Στην θάλασσά σου να μην επιπλέουν καράβια αλλά πολύχρωμες μπάλες που σηκώνουν γλυκά κύματα. Κι ο ήλιος τη μια να γίνεται ρολόι και την άλλη λουλούδι που ανθίζει. Αν βρισκόμαστε στο μεσοδιάστημα, μπορούμε να μην επιστρέψουμε ποτέ;Παρακαλώ...
9/3/10 4 σκέψεις

Straight Ahead



Γιατί να γέρνω δεξιά ή αριστερά,
                                                όταν μπορώ να πηγαίνω ευθεία;
0 σκέψεις

Η ζωή μας σαν Jenga




«Ζήσε την ζωή σαν να ‘ναι παιχνίδι». Ατάκα που λένε συνήθως οι τύποι που δεν έχουν παίξει ποτέ στην δική τους ζωή, που φοβούνται το ρίσκο. Κι αν συμβουλεύουν ακατάληπτα είναι για να κερδίσουν θαυμασμό και επιβεβαίωση. Με στόχο το κέρδος, δικό τους και προσωπικό. Συχνά είναι και χαριτωμένο μότο στα διαφημιστικά σποτ, μία από τις πολλές πιασάρικες φράσεις που σκοπεύουν να πείσουν για να πουλήσουν. Με στόχο το κέρδος, δικό τους και οικονομικό.

Στην σφαίρα ενός ιδεατού κόσμου, η ζωή μας θα μπορούσε να ήταν παιχνίδι άνευ κέρδους. Κατά προτίμηση επιτραπέζιο. Από εκείνα που παραμένουν στέρεα και αμετακίνητα, φυλαγμένα σε κουτιά – φαντάσματα με πάπλωμα σκόνης. Χωρίς εκπλήξεις, περιμένοντας τους παίκτες να σκοντάψουν στα πιόνια για να φέρουν μια ελάχιστη, προσωρινή αλλαγή. Θα είχε και επιβλητική μορφή, θα μπορούσε να ήταν πύργος. Οχι χάρτινος, κατά προτίμηση ξύλινος. Με την βροχή το χαρτί λιώνει και η ζωή απλά ξεπλένεται, με τη φωτιά και το ξύλο που γίνεται στάχτη, η ζωή λυτρώνεται οριστικά. Καλύτερα λοιπόν, ξύλινος ο πύργος.

Ενα παιχνίδι που μοιάζει με πύργο, φτιάχνεται από ξύλο και στηρίζεται στα τέσσερα πόδια ενός τραπεζιού. Στο μυαλό μου έρχεται το Jenga. «Τράβηξε τα ξύλινα κομμάτια από την μέση, από το κάτω μέρος, και προσπάθησε να μην ρίξεις τον πύργο». Κι όμως κάτι λείπει. Δεν είναι δίκαιο για τη ζωή να συναρμολογείται με κούφια τουβλάκια, να απαιτεί σταθερό χέρι και τίποτα παραπάνω. Η ζωή κυνηγά απαντήσεις, λόγια που δεν ειπώθηκαν ποτέ, πράξεις που θάβονται άδοξα όσο περνούν τα χρόνια.

Jenga «Θάρρος ή αλήθεια», το παιχνίδι στην πιο απαιτητική του έκδοση. Τα κομμάτια του σε κυριεύουν με δύο προκλήσεις. Εχεις την ευκαιρία να αποδείξεις τα λόγια σου με πράξεις ή να στηρίξεις τις πράξεις σου με λόγια. Θάρρος και αλήθεια, χωρίς διαζευκτικό. «Το πιο εύκολο τουβλάκι μάλλον είναι το κόκκινο αλλά αν το διαλέξεις τότε πρέπει να τολμήσεις. Αν αλλάξεις γνώμη και διάλεξεις το πράσινο, τότε είσαι υποχρεωμένος να πεις την αλήθεια». Σε μια ζωή Jenga, οι ερωτήσεις και οι δοκιμασίες δεν έχουν χρώματα. Μόνο γίνονται σκληρότερες κατά περιόδους, όταν γίνεσαι αυστηρότερος και εσύ με τον εαυτό σου. Στο στοίχημα σου να παραμείνει αλώβητος ο πύργος, θα επιλέξεις θάρρος ή αλήθεια;

8/3/10 0 σκέψεις

Does you...?

0 σκέψεις

Γιατί έτσι μας αρέσει...

0 σκέψεις

Ψυχή save as Ρεβίθι



Σε μία κατά βάση άνευρη και ανιαρή ταινία, τυχαίνει μερικές φορές να ανοιγοκλείσεις τα μάτια και να δεις μικρά θαύματα, πρωτότυπες ιδέες. Αυτό συνέβη με το «Cold Souls». Ο Πολ, ένας ηθοποιός πιεσμένος από την θεατρική παράσταση που συμμετέχει, αποφασίζει να αποθηκεύσει την ψυχή του. Να την βάλει στον πάγο και να την αντικασταστήσει με μια άλλη. Να μπολιάσει στο σώμα του μια ξένη ψυχή.

Την ίδια μέρα νιώθει κούφιος και ελαφρύς, σχεδόν ανακουφισμένος. Την επόμενη την ψάχνει με μανία, κι ας ξέρει πως μοιάζει με ρεβίθι. Πώς είναι να διαπιστώνεις ότι για χρόνια λογάριαζες για ψυχή ένα ρυτιδιασμένο όσπριο, που κι εσύ ο ίδιος θα έκανες λιώμα στον δρόμο χωρίς να το καταλάβεις; Περίεργα, ειδικά όταν ζητάς πίσω το ρεβίθι σου γιατί χωρίς αυτό παύεις να αισθάνεσαι.

Μεταμόσχευση ψυχών, σενάριο διόλου επιστημονικής φαντασίας. Κάποιες φορές θα ήταν καλό να ξεκουράζεται μια ψυχή, μόνο για λίγες ώρες. Να πατά τον διακόπτη και να αποσυνδέεται από τις σκέψεις που ξεκινούν από το μυαλό αλλά καταλήγουν με μαθηματική ακρίβεια στην άβυσσό της. Μόνο για λίγο, όπως ήθελε και Πολ και βρέθηκε να αναζητά σε ένα ατέλειωτο ταξίδι το βαρυσήμαντο ρεβίθι του.

Είναι προτιμότερο να ανταλλάζεις τις ψυχές. Με λίγη παραπάνω υπευθυνότητα από τότε που έδινες δανεικές και αγύριστες τις τηλεκάρτες σου στο ξεθωριασμένο παγκάκι της γειτονιάς. Να ανταλλάξεις την ψυχή σου και τα μάτια της για να νιώσεις έστω και για λίγο κατάσαρκα την ψυχή και τα μάτια του άλλου. Το ρεβίθι του και το δυσανάλογο βάρος του. Μόνο έτσι θα έβρισκε νόημα η άκρως ξεχειλωμένη έκφραση «καταλαβαίνω πώς νιώθεις».

Και το λέω ειλικρινά, αν μπορούσα θα το έκανα. Αλλά η καθημερινότητά μας είναι τόσο άνευρη όσο και μια αμερικάνικη ταινία. Τα ψυγεία γεμίζουν μόνο με κόκκινο κρέας, όχι με ψυχές. Και μένεις πίσω, συμβιβάζεσαι και ανταλλάζεις μονάχα παπούτσια. Παπούτσια με μεγαλύτερο νούμερο από εκείνο που συνήθως φοράς, που σε κάνουν να παραπατάς και στην συνέχεια να πέφτεις. Μόνο που ξέρεις μέσα σου πως δεν τα φόρεσες για να κάνεις επίδειξη αλλά για να τα ζεστάνεις, να τα παραδώσεις ανέπαφα στον μοναδικό τους ιδιοκτήτη. Κι αν τελικά το κάνεις, θα ξέρεις τουλάχιστον και εσύ αλλά και εκείνος ό,τι το έχεις σώσει το ρεβίθι σου. Και αυτό μόνο μερικές φορές αρκεί.

 
;