25/11/11 2 σκέψεις

Μόνο οι λέξεις.



Οι λέξεις μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Πάντα νικούν στο τέλος. Οι λέξεις. Μόνο αυτές. Εγώ δεν το είχα σκεφτεί ποτέ τόσο ξεκάθαρα. Από την Π. το άκουσα πρώτη φορά. Νομίζω ήταν εκείνο το απόγευμα που κατηφορίζαμε στα Λαδάδικα. Φλεβάρης ήταν. Λίγο πριν ή λίγο μετά από τα γενέθλιά μου. Τότε που είχα χάσει τη γη κάτω από τα πόδια μου και μου είπε πως το ίδιο είχε πάθει κι εκείνη. Πήγαμε στην «Πρωτοπορία» και μου χάρισε τα γράμματα της Μαργαρίτας Λυμπεράκη στην κόρη της, Μαργαρίτα Καραπάνου. «Δε μ’ αγαπάς. Μ’ αγαπάς», ο τίτλος. «Στη θάλασσα, στον έρωτα, πρέπει πάντα να βουτάμε με το κεφάλι». Τι σπουδαία φράση, σκέφτηκα, και συνεχίσαμε το δρόμο μας για κάπου ζεστά και πέτρινα. Έκανε κρύο κι έσφιγγα το βιβλίο πάνω στο σώμα μου. Έσφιγγα και τη στιγμή που μου φανερώθηκε το μήνυμα των λέξεων, το νόημα, οι λέξεις οι ίδιες. Ένιωθα τόσο τυχερή που ήξερα πια πως ό, τι γράφεται, δεν μπορεί ποτέ να νικηθεί.

Σήμερα, όπου κι αν γυρίσω να κοιτάξω, βλέπω λέξεις ηττημένες. Κι όταν πηγαίνει να με πάρει από κάτω, θυμάμαι τις δυο Μαργαρίτες, τις ξεσκονίζω, τις ξαναρίχνω μια ματιά και παίρνω δύναμη. 

Κι αυτό το κείμενο, δεν έκανα καμιά προσπάθεια να το κάνω περίτεχνο, να αντικαταστήσω κάποιες λέξεις με άλλες, περισσότερο σκοτεινές ή μυστήριες. Τις άφησα, απλά, να βγουν από μέσα μου. Και το ξέρω ότι κάποια στιγμή θα νικήσουν. Τίποτα δεν μπορεί να πάει ενάντια στη φύση (του).
15/11/11 0 σκέψεις

Ανάσες.



Νομίζω ότι η σιωπή δεν ταιριάζει σε κανένα. Ίσως, μόνο στη μοναξιά. Όταν τα χνώτα γίνονται δύο, ξεκλειδώνεις τους ψιθύρους σου. Το χρωστάς στα ποτάμια που έχεις για μάτια. Στο φεγγάρι που καθρεφτίζεται επάνω τους και κυλάει ελπίδα. Οι λέξεις έρχονται πάλι στο χέρι. Κι ο λυρισμός, κι αυτός έρχεται. Σχηματίζονται στο απέναντι μάγουλο τα λόγια. Τα δάχτυλα χορεύουν πάνω στον πάγο. Καμιά φορά, τον πληγώνουν για να λιώσει. Δεν είναι από κακία, από ανάγκη είναι. Ψάχνω ακόμα τρόπους να καρφώσω τις ανάσες στον ίδιο ρυθμό.

Εισπνοή.

Εκπνοή.

Τους βρίσκω.

Τους  χάνω.

Τους βρήκα.
12/11/11 2 σκέψεις

Εμφύλιος*



Γράφω πρώτα τον τίτλο με τεράστια γράμματα για να το συνειδητοποιήσω. Να ξεχειλίσει η οθόνη και όλη η χώρα, αν χρειαστεί. Ζούμε έναν εμφύλιο πόλεμο ξανά από την αρχή. Αναρωτιέμαι αν φταίει η ρημάδα η ιστορία που επαναλαμβάνεται με τόση ακρίβεια ή τα μυαλά που κουβαλάμε και δεν λέμε με τίποτα να τα βάλουμε να δουλέψουν προς την ίδια κατεύθυνση.

Δύο κατηγορίες πολιτών θα συναντήσεις στην Ελλάδα του ΔΝΤ και του 2011. Εκείνους που βγαίνουν στους δρόμους και διαμαρτύρονται για την επερχόμενη εξαθλίωση και εκείνους που τους κατηγορούν ότι η αγανάκτηση δεν είναι λύση. Εκείνους που ρίχνουν τα γιαούρτια στους πολιτικούς κι εκείνους που θεωρούν πως οτιδήποτε πρόβειο σε πρόσωπο εκλεγμένου εκπροσώπου είναι τραμπουκισμός. Στην Ελλάδα, θα βρεις και πάλι ανθρώπους να διαφωνούν δραματικά μεταξύ τους. Εκείνους και εκείνους.

Και δεν είναι ότι οι αντίθετες απόψεις είναι κάτι που απεύχομαι. Άλλωστε, καμιά ομοιομορφία δεν έφερε ποτέ την αλλαγή. Είναι που δεν καταλαβαίνω γιατί εξακολουθούμε να σπαταλάμε τα πυρά μας, πυροβολώντας με μανία και δογματισμό ο ένας τον άλλον,  και δεν ψάχνουμε να βρούμε τον πραγματικό εχθρό που θέτει σε κίνδυνο και εμένα και εσένα. Δηλαδή εμάς.

Σου δίνω κάποια hints και κλείνω αυτό το κείμενο, με την ευχή να πάψουμε να περπατάμε παράλληλα και η νέα μέρα να μη μας βρει με τις κάνες γυρισμένες σε πρόσωπα οικεία αλλά με γόνιμες κουβέντες και συζητήσεις. 

Φαντάσου τον εχθρό, λοιπόν, σαν μια τεράστια, νάιλον, αλεξίσφαιρη σακούλα που τρώει όλη μέρα τα λεφτά σου και τα λεφτά μου, τα δικά μας λεφτά, και σε αναγκάζει να παρακολουθείς τη διαδικασία της πέψης τους, ανήμπορος να παρέμβεις και να τα διεκδικήσεις πίσω, την ώρα που σου ζητάει κι άλλα επειδή δεν χορταίνει κι αν δεν έχεις, σου επιβάλλει να επικοινωνήσεις χωρίς χρονοτριβές με την Παναγία προκειμένου να σου δώσει συμβουλές για την τεκνοποίηση μέσω κρίνου ώστε να τα γεννήσεις άμεσα.

Σημείωση: Αν η τελευταία πρόταση σου φάνηκε ολίγον τι σουρεαλιστική, δώσε της μια δεύτερη ευκαιρία και προτίμησε μια δεύτερη ανάγνωση και σε ό,τι αφορά τον διπλανό σου, που μπορεί να νιώθει την ανάγκη να απαντήσει στη βία της γραβάτας με μια «Αγελαδίτσα»…

* Δημοσιεύθηκε στο Pepper Magazine #12, Νοέμβρης 2011
7/11/11 2 σκέψεις

Σκέτη.



«...φοβάμαι τις ενάρξεις και τις καταλήξεις
και τη ζωή μετά το τέλος της, και κάτι
που δεν μπορώ να το θυμηθώ αυτή τη στιγμή.
Κάποια άλλη γυναίκα κατείχε
τον ξεχωριστό χώρο που προορίστηκε για μένα 
και φέρει το νόμιμό μου όνομα, 
αφήνοντας σε μένα το παρατσούκλι, με το οποίο
έκανα, πιθανόν, οτιδήποτε είναι δυνατόν να γίνει.
Δεν θα ξαπλώσω, αλίμονο, στο δικό μου μνήμα.
Αλλά μερικές φορές ο παιχνιδιάρης ανοιξιάτικος αγέρας
ή ο συνδυασμός των λέξεων σε κάποιο βιβλίο
ή κάποιου το χαμόγελο ξαφνικά με σέρνει
μέσα σ' αυτήν τη ζωή που ποτέ δεν συνέβη.
Αυτόν τον χρόνο, τέτοια και τέτοια
θα μπορούσαν να είχαν συμβεί, 
εκείνο όμως το έτος - εκείνο: ταξιδεύοντας, 
βλέποντας, σκεπτόμενη
και ενθυμούμενη και διαβαίνοντας
το κατώφλι ενός νέου έρωτα
όπως μέσα σ' έναν καθρέφτη, με σκοτεινή επίγνωση
της προδοσίας και του τσαλακώματος
που δεν υπήρχε χθες».


Άννα Αχμάτοβα, Τρίτη, Οι ελεγείες του Βορρά
Εικόνα: deviantart.com 
4/11/11 0 σκέψεις

Χάος.



Παρακολουθώ τις πολιτικές εξελίξεις, έχοντας στα χέρια μου την «Μεταμόρφωση» του Κάφκα. Η Αχμάτοβα, η Καινή Διαθήκη της Π. με περιμένει στην αριστερή γωνιά του γραφείου. Ο γάτος μου λατρεύει τις πατάτες γιαχνί. Το κολάζ του τοίχου μου μεγαλώνει και με αντιπροσωπεύει όλο και πιο πολύ. Οι θεατρικές ομάδες της πόλης είναι τόσες πολλές που δεν ξέρω αν θα προλάβω να τις συμπεριλάβω όλες στην πτυχιακή μου. Μέσα στο μήνα, έχω να δω και τη Νατάσσα. Να μυρίσω, να αγγίξω, να ακούσω αληθινές μουσικές. Τον μονόλογο που αφιερώνεται στη Μαργαρίτα Καραπάνου δε θέλω να τον χάσω. Στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου θα προτιμήσω Ελλάδα. Μου έλειψε η «Πρωτοπορία» και για ένα περίεργο λόγο, η «Ανεμόεσσα».

Σκοντάφτω όμως.

Περιμένω να σκάσει μια βόμβα και τα χέρια μου παγώνουν. Δεν μπορώ να γράψω. Τινάζομαι. Οι γραβάτες κούρεψαν την έμπνευσή μου κι αυτό πονάει όσο και το αβέβαιο που έρχεται. Κάνω ζάπινγκ τηλεοπτικό και διαδικτυακό, βλέπω τις οθόνες να μαυρίζουν. Χιόνια. Οι ειδήσεις που μεταδίδονται είναι κούφιες. Χωρίς ουσία. Υπάρχει κάτι προδιαγεγραμμένο στον αέρα που διαρκώς αναιρεί την ατζέντα μου.

Ψιθυρίζω. Όσο υπάρχει ένας ήλιος έξω από το παράθυρο και ξημερώνουν μέρες, τίποτα δεν μπορεί να πάει τόσο άσχημα.

Επαναλαμβάνω και επαναλαμβάνομαι. Αμήν. 

Εικόνα: deviantart.com
1/11/11 0 σκέψεις

Όχι να έχεις. Να θέλεις*



«...Άνοιξε το κόκκινο χαρτί που ήταν διπλωμένο στα δύο κι έγραφε με μεγάλα γράμματα "Καλό ταξίδι (;)". Το άνοιξε και ξεκίνησε να το διαβάζει ξανά και ξανά. Το αεροπλάνο πρέπει να βρισκόταν πολύ ψηλά αλλά εκείνη ένιωθε τόσο, μα τόσο χαμηλά, όσο το βλέμμα της εξέταζε το γραφικό χαρακτήρα της αδερφής της σπιθαμή προς σπιθαμή. 

"Θέλω να ακούσεις πολύ προσεκτικά αυτά που θα σου πω. Θέλω να σου μάθω ένα πράγμα: στη ζωή δεν έχει σημασία τόσο το να έχεις, όσο το να θέλεις. Αυτή είναι η ζωή: να έχεις τρόπους να θέλεις".

Σκούπισε ένα δάκρυ από εκείνα που δεν ρωτούν για να γλιστρήσουν στο μάγουλο και άγγιξε ασυναίσθητα την κοιλιά της. Ξαφνικά, εκείνο το τιμόνι που είχε στρίψει μέσα της προς κάτι διαφορετικό, προς ένα ιδανικό Λονδίνο, άρχισε να στριφογυρνά στο μυαλό της σαν δαιμονισμένο. Και δεν είχε σημασία τόσο το να έχει την ευκαιρία της στο εξωτερικό, χρήματα για μια αξιοπρεπή ζωή, το κεφάλι της ήσυχο μακριά από όλους και από όλα. Έτσι απότομα και απρόσμενα, είχε σημασία το να θέλει να αγωνίζεται για την κάθε μέρα, να θέλει να υπερπηδά εμπόδια, να θέλει τον Ανδρέα και το παιδί της. Το παιδί τους.

Έξω από το παράθυρο, μόνο σύννεφα. Μέσα, άνθρωποι σε καταστολή. Είχε την ανάγκη να προσγειώσει το αεροπλάνο, να προσγειωθεί στη δική της πραγματικότητα που είχε βιαστεί τόσο να εγκαταλείψει. Ένιωθε τη ζώνη να της γδέρνει το δέρμα και τον αέρα να λιγοστεύει στην ατμόσφαιρα. Έτρεξε στο μπάνιο, έπρεπε να πάρει βαθιές ανάσες. Έπρεπε, έστω και σε δυο τετραγωνικά μέτρα, να μείνει μόνη της, να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπό της.

Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη και δάγκωσε το χέρι της με δύναμη για να φιμώσει το στόμα της. Δεν ήθελε να ακουστούν οι κραυγές της. Χαμήλωσε το βλέμμα της στα γόνατα και είδε το αίμα να στάζει κατακόκκινο στο βρώμικο πάτωμα. Ό, τι ήθελε τόσο έντονα τα τελευταία πέντε λεπτά αλλά στην πραγματικότητα, σε όλη της τη ζωή, ήταν πια μια κόκκινη λίμνη, μια λάσπη με χρώμα που δεν την άφηνε να κάνει βήμα παραπέρα.

Λιποθύμησε από τον πόνο. Το παιδί της δεν υπήρχε πια. Το μέλλον της, όπως το φαντάστηκε και το επιθύμησε μέσα στο αεροπλάνο, κατέρρευσε ανάμεσα σε μια λεκάνη και έναν νιπτήρα. Μια γλυκιά φωνή καλωσόριζε τους επιβάτες στο Λονδίνο και την Ηλέκτρα τη βρήκαν αναίσθητη και διπλωμένη στα δύο. Στον καθρέφτη, είχε προλάβει να γράψει με αίμα την τελευταία φράση από τα λόγια της Καββαδία. "Ο καινούργιος χρόνος, δεν θα μας βρει στην Ελλάδα"…»

*Το κείμενο είναι ένα απόσπασμα μίας ακόμη απόπειράς μου να γράψω. Θα ακολουθήσουν αρκετές.

Εικόνα: Deviantart.com
 
;