30/8/10 2 σκέψεις

Η Ζωή του και η βαλίτσα



Στο ένα του χέρι κρατούσε μια βαλίτσα. Μια βαλίτσα που ήταν η ζωή του, γιατί είχε μπαλώματα, γιατί την έσερνε πάνω σε ασταθείς ρόδες, γιατί ήταν ασφυκτικά γεμάτη με άχρηστα αντικείμενα που τον βάραιναν και του ψαλίδιζαν την ώθηση. Στο άλλο του χέρι, το δεξί, που ήταν με έναν οξύμωρο τρόπο εκείνο της καρδιάς του, κρατούσε την κόρη του. Μια ύπαρξη λίγων χρόνων που τον κοιτούσε στα μάτια όσο εκείνος κοιτούσε πότε θα αδειάσει ο δρόμος για να τις περάσει απέναντι. Την βαλίτσα, την ζωή του, την κόρη που ήταν η Ζωή του και τον ίδιο του τον εαυτό.

Δεν υπολόγισε καλά την απόσταση, η προσοχή του φαινόταν πως τον είχε προδώσει χρόνια τώρα μαζί με τα όνειρα για μια βαλίτσα αλλιώτικη. Δοκίμασε να διασχίσει έναν δρόμο διπλής κυκλοφορίας, κρατώντας τη ζωή και τη Ζωή του από τα δυο του χέρια. Τα φώτα πλησίαζαν μέσα στο σκοτάδι κι όσο τα ένιωθε κοντά του, τόσο ένιωθε τις αγοραφοβικές του διαθέσεις να τον κυριεύουν. Προσπάθησε να τρέξει σέρνοντας τη βαλίτσα και επιτρέποντας στα πόδια της κόρης του να τρέξουν κι εκείνα, σφίγγοντας της το χέρι. Δεν θα προλάβαινε, δεν θα προλάβαιναν κι οι ζωές να φτάσουν στην απέναντι αίσθηση ασφάλειας από τσιμέντο.

Επέλεξε να τις τραβήξει από το έδαφος, να σηκώσει τις ρόδες της ζωής του και τα πόδια της Ζωής του όσο πιο ψηλά και γρήγορα μπορούσε με δυο τρεμάμενα χέρια. Κάτι δεν έκανε καλά, οι πρωτοβουλίες τον είχαν προδώσει χρόνια τώρα, δεν του υπόσχονταν αποτελεσματικότητα. Το φοβισμένο χέρι της μικρής, ξανθομαλλούσας του Ζωής γλίστρησε και αποχωρίστηκε το δικό του. Η Ζωή του κυλίστηκε στον δρόμο κι έβαλε τα κλάματα. Δοκίμασε να πάψει το αίμα από τα γόνατά της μα δεν έπαψε τα δάκρυα. Τα φώτα στο δρόμο διπλής κυκλοφορίας πλησίασαν, προλαβαίνοντας να φρενάρουν πριν αγγίξουν κάποιο νήμα.

Κι έμεινε ο ίδιος του αγκαλιά με τη βαλίτσα, με τις ρόδες της και τη ζωή του, που δεν άφησε από τα χέρια του όση ώρα παρακολουθούσε την άλλη του Ζωή να την γλιτώνει ένα θαύμα. Την παρέδωσε στην αγκαλιά της μητέρας της, κολλώντας την άλλη του παλάμη στη χειρολαβή μιας αποσκευής βαριάς με μπαλώματα αποπνικτικά. Στην εμμονή με μια ζωή που τον κρατά και θα τον κρατά αιωνίως μίλια μακριά από τη Ζωή του.
22/8/10 0 σκέψεις

Στο λέν'.




Με τα αστικά λεωφορεία με δένει μια σχέση αγάπης και μίσους. Είναι φορές που πνίγομαι στους δρόμους της πόλης και ψάχνω καταφύγιο σε αυτά και είναι και κάποιες άλλες, που το οξυγόνο το χάνω μέσα τους και προτιμώ το καυσαέριο των δρόμων. Οι καθημερινές μετακινήσεις, εδώ και χρόνια, με ανθρώπους που δεν γνώριζα κατάφεραν να διαβρώσουν έστω και στο ελάχιστο την καχυποψία μου απέναντι στο άγνωστο. Κι ήταν αυτός ένας από τους λόγους που στήριζα σθεναρά την κατ΄ανάγκην επιλογή μου.

Πριν λίγες μέρες ωστόσο η καχυποψία επανήλθε όπως και η σχέση μίσους με αυτό το όχημα που κουβαλά εμένα και τις σκέψεις μου καθημερινά από τη μια άκρη της πόλης στην άλλη. Μέσα σε μία διαδρομή λίγων λεπτών, το πορτοφόλι μου έγινε καπνός. Το πρόσωπο που σαγηνεύτηκε από την τσάντα που κρατούσα, προφανώς είχε στα χέρια του ένα λεπίδι το οποίο δεν μπήκα στη διαδικασία να παρατηρήσω. Εσκισε ένα σημείο της με δυο χαρακιές, τράβηξε με μαεστρία το πορτοφόλι, δεν αντιλήφθηκα σε ποια στάση κατέβηκε, ούτε την αξιοθαύμαστη επιχείρηση που έστησε με στόχο τον όγκο που στηριζόταν στον δεξιό μου ώμο.

Την απώλεια την συνειδητοποίησα μερικές ώρες αργότερα, όταν προσωπικά μου αντικείμενα άρχισαν να σκορπίζονται στο πεζοδρόμιο. Εψαχνα με ποιον τρόπο να αντιδράσω, πώς θα ένιωθε κάθε θύμα κλοπής που σέβεται τον εαυτό του. Ασυναίσθητα λοιπόν, γέλασα και ένιωσα ένα ζεστό αίσθημα κατανόησης. Όχι σαν υποτιθέμενα ανώτερος άνθρωπος αλλά καταβάλλοντας προσπάθεια να νιώσω απλώς, άνθρωπος.

Δεν ξέρω τι συναισθήματα θα περιέγραφαν αυτές οι γραμμές αν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό ή ένα μεγάλης αξίας αντικείμενο έκανε φτερά. Πέρα από το «χαρτζιλίκι» της ημέρας, στερήθηκα τη φωτογραφία ενός αγαπημένου μου προσώπου και «απώλεσα» την ταυτότητά μου, όπως αναγκάστηκα να δηλώσω υπεύθυνα και στο κοντινό μου αστυνομικό τμήμα.

Με προέτρεψαν να υποβάλω μήνυση κατά αγνώστων. Ασυναίσθητα λοιπόν, και πάλι γέλασα. Με ένοιαζε μόνο να απομακρύνω την καχυποψία που είχε επανέλθει και ανακτήσω εκείνη τη σχέση αγάπης με τα αστικά λεωφορεία. Και αυτό θα κάνω.




13/8/10 0 σκέψεις

Ηθελα και θέλω.

Ηθελα να περπατήσω τέσσερα χιλιόμετρα για να πάρω μια ανάσα. Ηθελα να ρωτήσω τις γάτες που βουτάνε στους κάδους σκουπιδιών, πώς τα καταφέρνουν και δεν γίνονται θέμα συζήτησης. Ηθελα να κοιτάξω τους περαστικούς κατάματα και να τους φωνάξω ότι περαστικοί θα παραμείνουν. Ηθελα να πατήσω γερά στα πόδια μου έστω και για μια φορά. Τις θεωρίες μου να τις εφαρμόσω στην πράξη. Το γαμώτο μου να το κάνω φτερά. Ηθελα να (σου) πω ότι ακόμα και αν με δηλητηριάζεις, οι δέκα άνθρωποι που με αγαπούν θα είναι πάντα μια αγκαλιά και το πιο δραστικό αντίδοτο για μένα.  Μόνο.
12/8/10 2 σκέψεις

Ατιτλο.



Φοβάμαι μια σκιά που μπορεί να παραμονεύει σε κάθε στενό σοκάκι έτοιμη να με κεραυνοβολήσει. Μια σκιά που με χρησιμοποίησε για να αγαπήσει έστω και λίγο τον εαυτό της. Μια σκιά που δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να καταλάβει την ανάγκη να βγάζω τα σωθικά μου με μελάνι. Μια σκιά που δεν ονειρεύτηκε ποτέ να πάψει να είναι σκιά και να γίνει ένα με τη μορφή που αναπαριστούσε στο γρασίδι. Θα φύγω μακριά απο τη σκιά κι ας ξέρω πως όσο και να τρέξω, εκείνη θα με ακολουθεί. Μέσα στη βαλίτσα μου θα κρατώ όσα έμαθα κοντά της και άλλα τόσα, πολύ ουσιαστικότερα, που έμαθα τον λίγο καιρό μακριά της. Από τη βαλίτσα μου θα κρέμονται κορδέλες μεταξένιες, θα δένω τα μάτια μου με τούτες στη θέα όσων/όποιων προσπαθούν να με πείσουν πως «δεν μ' ανήκει ο εαυτός μου». Θα έχω σφραγίσει μέσα της και όλα εκείνα τα μουσικά κομμάτια που μιλούν στη ψυχή μου, τραγουδώντας τη ψυχή μου. Δεν θα απαρνηθώ ποτέ την Επιφάνειά μου, θα είμαι μαζί της πάντοτε κτητική.

«Σ' αγαπώ αρκετά
για να σ' αφήσω μόνο σου
αρκετά για να πονάει τόσο
Σ' αγαπώ αρκετά
ίσα να βρεις το δρόμο σου
λίγο πριν σε πληγώσω

Ήμουν εντάξει μέχρι χτες
με τις πληγές μου ανοιχτές
χαρά να τρέχουνε
Κι ήρθαν δυο βλέμματα βαριά
και πέσαν πάνω μου σκουριά
για να μ' ελέγχουνε

Μ' έπιασε κάτι να σ' το πω
και σου 'πα πάλι
μικρό το ψέμα μου
Συγγνώμη για την προσβολή
μα εγώ δεν είμαι για πολύ
το 'χω στο αίμα μου

Ήμουν εντάξει μέχρι χθες
ήξερα τι είναι αυτό που θες
κι ήταν στο χέρι μου
Δε σ' αφορά προσωπικά
είναι που εμένα τελικά
το 'χει τ' αστέρι μου».

«Το αστέρι μου», Νατάσσα Μποφίλιου, Θέμης Καραμουρατίδης, Γεράσιμος Ευαγγελάτος. Δίσκος: Εισιτήρια διπλά.
3/8/10 3 σκέψεις

A right to write

Θα γράψω γιατί αυτό ξέρω να κάνω.Θα γράψω γιατί αυτό νομίζω πως ξέρω να κάνω. Θα γράψω γιατί αυτό νομίζω πως θέλω να κάνω. Θα γράψω γιατί αυτό μου δίνει δύναμη. Θα γράψω κάποια στιγμή για όσους και όσα μου δίνουν δύναμη, για όσους και όσα μου την στερούν. Θα γράψω όσα πιστεύω ότι οι άλλοι περιμένουν από μένα και μετά για όσα περιμένω εγώ από εκείνους. Θα γράψω γιατί με λυτρώνει. Θα γράφω ικετεύοντας να με λυτρώσει. Κι όταν πάψω, θα γράψω όσα θα έχω γράψει μέχρι τότε σε μια κόλλα χαρτί καμμένη στα άκρα και θα την πετάξω στη θάλασσα, να φτάσει στον πάτο της. Να ξεχάσω όσα έγραψα, εκείνους, εκείνα, εμένα και αυτά τα όσα, όποτε, οπότε.
2/8/10 3 σκέψεις

«Σιωπές»



«Σιωπή. Εγώ ενώνομαι στη σιωπή
εγώ έχω ενωθεί στη σιωπή
και αφήνω να με κάνουν
αφήνω να με πίνουν
αφήνω να με λένε

μαχαιρωμένη απ' αυτό που λείπει
από την άτιμη αναμονή
θα ξαναγεννηθώ στα τρομερά παιχνίδια
και θα τα θυμάμαι όλα

οι ναυαγοί πίσω από τη σκιά
αγκάλιασαν αυτή που αυτοκτόνησε
με τη σιωπή του αίματός της

η νύχτα ήπιε κρασί
και χόρεψε γυμνή ανάμεσα στα κόκαλα της ομίχλης
ζώο ριγμένο στο πιο μακρινό χνάρι του
η κοπέλα γυμνή καθισμένη μέσα στη λησμονιά
ενώ το ανοιγμένο κεφάλι της πλανιέται κλαίγοντας
ψάχνοντας να βρει ένα πιο αγνό σώμα

ύστερα όταν πεθάνουν
εγώ θα χορέψω
χαμένη στο φως του κρασιού
κι ο εραστής του μεσονυκτίου

που είναι
πίσω από τα μάτια μου
κι από τα μάτια σου
τώρα που είναι νύχτα
στο αίμα
και δεν μπορούμε να δούμε
τον κρύο κόσμο μεγάλο

δεν έχει σημασία αν όταν φωνάξει η αγάπη
εγώ είμαι νεκρή
θα έρθω
πάντα θα έρχομαι
αν κάποτε
μου φωνάξει η αγάπη

ταξιδεύτρα της καρδιάς μαύρου πουλιού
είναι δική σου η μοναξιά τα μεσάνυχτα
δικά σου τα γνωστικά ζώα που πληθαίνουν τον ύπνο σου
περιμένοντας τον πανάρχαιο λόγο
δική σου είν' η αγάπη κι ο ήχος του ραγισμένου ανέμου».


Alejandra Pizarnik, μτφ: Ρήγας Καππάτος, από το blog authorsandwriterstooktheirownlives.blogspot.com

1 σκέψεις

ZaZ - Je veux

Κι έτσι απλά, το καλοκαίρι απέκτησε τον ήχο του.
 
;