4/1/11

2156 μ.Χ



Καθηλωμένος στο κάθισμα του οδηγού, άναψε τσιγάρο. Ηταν η τρίτη φορά μέσα στον ίδιο χρόνο που το κάπνισμα είχε απαγορευτεί καθολικά, αλλά ο Μ. ήξερε καλά ότι δεν θα έβρισκε κανένα πρόστιμο στον δρόμο του. Κολλημένος για είκοσι τρία λεπτά σε διακόσια μέτρα της Εγνατίας, αναθεμάτισε την φωτεινή πινακίδα που έβλεπε απέναντί του. «Προσοχή: εκτελούνται έργα». Θυμήθηκε ένα ντοκιμαντέρ που είδε το προηγούμενο βράδυ για τα 150 χρόνια εργασιών του Μετρό και τις πιθανές ημερομηνίες ολοκλήρωσής του και συννεφιασμένος, άνοιξε το ραδιόφωνο. Συντονίστηκε στον πιο δημοφιλή σταθμό της πόλης κι άκουσε για μία ακόμη φορά τον λαϊκιστή αρχι – δημοσιογράφο να βάζει τις φωνές σε δυο ακροατές που συγχυσμένοι, μπέρδευαν τα λόγια τους, αφήνοντας να ξεχωρίζουν μόνο δυο λέξεις. Πασόκ και Νέα Δημοκρατία.

Πάρκαρε το αυτοκίνητό του στο πεζοδρόμιο και βγήκε. Ανέπνευσε υγρασία, καυσαέριο και μοναξιά. Σε λίγες ώρες το έτος 2155 θα έδινε τη σειρά του στο 2156 και εκείνος πήγαινε στη δουλειά. Δεν είχε σημασία που στο γραφείο του δεν είχαν απομείνει άλλες μύγες να σκοτώσει. Εκείνος έτρεχε να χωθεί στο βρώμικο μωσαϊκό ενός δώματος. Μόνος του με τις ώρες. Τις ικέτευε να περάσουν για να επιστρέψει στο αυτοκίνητό του. Να βάλει μπρος και να γυρίσει σπίτι. Να κοιμηθεί και να ξυπνήσει. Να μπει στο αυτοκίνητό του. Να βάλει μπρος και να φτάσει στη δουλειά. Και να τις ξανασυναντήσει…

Η καφετιέρα σφύριζε. Ο καφές έπεφτε καυτός στο ανάπηρο φλιτζάνι. Λίγο πριν πει μια γουλιά και ζεστάνει τα σωθικά του, έφερε στο νου του όσους ονειρεύονταν το παρόν του, δυο αιώνες πριν, με χρονομηχανές και ιπτάμενες πολυθρόνες. Ο εγκέφαλός του έδωσε εντολή να χαμογελάσει αλλά τα χείλη του δεν ακολούθησαν.

Αυτό δεν είχαν προβλέψει οι άνθρωποι πριν από εκείνον. Καμιά τεχνολογική επανάσταση. Καμιά ζωή με ένα πάτημα κουμπιού. Η μόνη αλλαγή του 2155 μ.Χ ήταν τα νεκρά χαμόγελα. Τα απόντα χαμόγελα. Η επιθυμία να τα έχεις αλλά η αδυναμία να τα σχηματίσεις.

Κανείς δεν το είχε ποτέ σκεφτεί κι όμως, συνέβαινε στην εποχή του. Πονούσε που το ζούσε. Δεν ζούσε. Το δάκρυ του ξύπνησε τον καφέ του. Του χάρισε πολλούς και ομόκεντρους κύκλους. Μούδιασε γλυκά όταν ένιωσε ότι ακόμη από μέσα του μπορεί να αναβλύζει κάτι. Εστω κι ένα δάκρυ. Κουβαλούσε συναίσθημα.

10. 9. 8. 7. 6. 5. 4. 3. 2. 1…

«Χαρούμενο το 2156». Εστω και χωρίς χαμόγελα. Μόνο με δάκρυα. Αρκεί μέσα τους να ταξιδεύει όση ευτυχία δεν μπόρεσε ποτέ να χωρέσει σε στόματα ανοιχτά, σε κρότους γέλια.

1 σκέψεις:

despoina είπε...

Μερικές φορές πιστεύω ότι,
αντί για μολύβι
κρατάς χειρουργικό νυστέρι,
τουλάχιστον έτσι το καταλαβαίνω εγώ,
τα κείμενα σου κόβουν βαθιά,
αναδεικνύοντας αλήθειες
που είναι θαμμένες
κάτω από χιλιάδες ώρες
άσκοπης κατανάλωσης
του χρόνου της ζωής μας
στα επουσιώδη ..
έχουν δίκιο αυτοί που λένε
Ο χρόνος δεν περνάει,
εμείς περνάμε,
αγωνιούμε για τα ασήμαντα
ενώ σε 100 χρόνια από σήμερα
δεν θα υπάρχει ούτε η σκόνη μας.
Και πάλι θα πω ότι με αυτό
το κείμενο σου,μου θυμίζεις
και πολύ μάλιστα τον Φρέντυ Γερμανό
* Καλά νέα απο την Αφροδίτη *
το βιβλίο κυκλοφόρησε πρώτη φορά
το 1978, το διάβασα το 1999 στην
30η έκδοση.
Μετά την ανάγνωσή του
ένοιωσα ακριβώς, όπως σήμερα
όταν διάβασα το κείμενο σου.
Να σου πω μπράβο είναι λίγο,
αλλά είμαι σίγουρη
πως θα γίνεις μία σπουδαία
συγγραφέας.
Για αυτό θα σου ευχηθώ
να έχεις πάντα την υγεία σου
και καλή ανάβαση προς την κορυφή.

Δημοσίευση σχολίου

 
;