20/7/10

* Μπες και μάθε να αγαπάς



Για τα καράβια που αράζουν στο Θερμαϊκό, ο καθένας έχει να διηγηθεί και από μια ιστορία. Αλλοι χτυπούν υπερωρίες στα ξύλινα καταστρώματα με ένα και δύο και τρία και τέσσερα ποτά αγκαλιά. Αλλοι τα έχουν συνδέσει απλώς με την ανάγκη τους για διέξοδο από το τσιμέντο της πόλης. Με κάθε τρόπο, η εικόνα τους θα χαρακτηρίζει πάντοτε την καλοκαιρινή Θεσσαλονίκη.

«Ραντεβού στο Αγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μην αργήσεις». Δεν θα αργήσω, λες. Ελα όμως που το κάνεις. Γιατί λίγο πριν φτάσεις μπροστά στην είσοδο του αγαπημένου σου, απολαμβάνεις να κοιτάζεις τα υπόλοιπα να πλέουν στα ομολογουμένως όχι και τόσο γαλανά αλλά αγαπημένα νερά του Θερμαϊκού. Τα τέσσερα καραβάκια περιμένουν στωικά κόσμο να τα επισκεφτεί και να απολαύσει ένα γύρο στον κόλπο μιας πόλης που ωθεί συχνά τους κατοίκους της να αποδράσουν έστω και για λίγα λεπτά από κοντά της.

«Αργησες τελικά. Δεν πειράζει, ας αποδράσουμε παρέα». Στέκονται και τα τέσσερα στη σειρά, το ένα σχεδόν δίπλα στο άλλο. Ο δικός σου ρόλος τελειώνει εκεί που πρέπει να επιλέξεις σε ποιο από όλα θα επιβιβαστείς, σε ποιο θα πιεις την μπύρα ή τον καφέ σου, παρατηρώντας την μεγαλούπολή σου από απόσταση ασφαλείας. Ξέρεις γιατί πολλοί είναι αυτοί που επιλέγουν να αφεθούν στο τιμόνι των καπετάνιων, σε απογευματινές και βραδινές καθημερινές βόλτες; Είναι μάλλον που αυτή η απόδραση είναι πραγματική και αναγκαία. Είναι που βλέπεις από μακριά και αποστασιοποιημένος μια Θεσσαλονίκη, την οποία, με το φως του ήλιου, περπατάς με γοργά βήματα και με το καυσαέριό της σου καίει την ανάσα, σε γεμίζει με άγχος. Τουλάχιστον, πάνω στα καραβάκια οι βρώμικες σταγόνες του Θερμαϊκού μοιάζουν ελάχιστα πιο υποφερτές.

«Πες μου μια ιστορία που θυμάσαι από μια βόλτα σου. Δεν μπορεί, σίγουρα κάτι θα υπάρχει». Ο υπεύθυνος ενός από τα καραβάκια θυμάται μια παρέα νεαρών, ελαφρώς μεθυσμένων που πέρασαν την είσοδο και επέμεναν ότι το καράβι ανήκει στον πειρατή Μπαρμπαρόσα. Μια κοπέλα φέρνει στην μνήμη της κάποιον τύπο που την πλησίασε λέγοντάς της πως έχει κινηματογραφικό βλέμμα. Δεν έμαθε ποτέ το όνομά του, η σύντομη κουβέντα τους στο καράβι είχε επίσης κινηματογραφικό, αιφνίδιο τέλος. Αλλος θυμάται την πρώτη βαρελίσια μπύρα που παρήγγειλε μετά την απόλυσή του, κάνοντας μια βόλτα ελάχιστα μακριά από την πόλη και τις συμπεριφορές που τον πλήγωσαν. Μια μπύρα που κατέβασε συντροφιά με φίλο και συνάδελφο, την πρώτη φορά που αντάλλαξαν ο ένας με τον άλλο φιλοφρονήσεις για τη δουλειά τους από καρδιάς.

«Κι είναι κι ο κόσμος που ανεβαίνει στα καράβια. Υπάρχεις τελικά μόνο όταν συνυπάρχεις». Αν μιλήσεις ειλικρινά, θα παραδεχτείς ότι στον κόσμο που επιλέγει να διασκεδάσει στα καραβάκια είχες καρφώσει ταμπέλες. Ελεγες για περσόνες παρηκμασμένες, που όσο νυχτώνει τόσο περισσότερο κάνουν την παρουσία τους αισθητή. Κι όμως δεν είναι έτσι. Ρίξε μια ματιά στα παπούτσια τους. Θα δεις σταράκια, σκαρπίνια, πέδιλα απλά και άλλα ψηλοτάκουνα μέχρι και αθλητικά που κρύβουν παιδικά δάχτυλα. Ρίξε και ματιά στα μάτια τους, σε κάθε ύψος. Θα δεις την ανάγκη τους για χαλάρωση, μόνο η παρουσία αυτής της ανάγκης γίνεται αισθητή από το απόγευμα μέχρι το πρωί της επόμενης ημέρας.

«Και για το τέλος; Ισως το ραντεβού ανανεώνεται αυτόματα, χωρίς κουβέντα». Κάθε τέλος μιας βόλτας είναι η αρχή της επόμενης. Το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου μένει εκεί να θυμίζει καθημερινά τα ραντεβού και τα καραβάκια αμετακίνητα, μέχρι ο καιρός να πάψει να τους το επιτρέπει. Με τις φωτογραφίες που έβγαλες στην είσοδό τους, αναρωτιέσαι τι θα κάνεις. Συνδύασέ τες με μνήμες και φτιάξε ένα φανταστικό αρχείο αναμνήσεων. Ας είναι μόνο αυτή η κατηγοριοποίηση που θα αφορά τα καραβάκια του Θερμαϊκού.

INFO
Ο τίτλος είναι συνέχεια στίχου του τραγουδιού με τίτλο «Καραβάκια» της Νατάσσας Μποφίλιου. «Κι αν μαθαίνεις την αγάπη/στα ταξίδια που θα πας/ μέσα σ' ένα καραβάκι/ μπες και μάθε ν' αγαπάς». Στίχοι: Γεράσιμος Ευαγγελάτος, μουσική: Θέμης Καραμουρατίδης, από το δίσκο «Μέχρι το τέλος». 

(Διαδρομές, 18.07.2010)

0 σκέψεις:

Δημοσίευση σχολίου

 
;