Τους ανθρώπους της ζωής μου κάθισα να τους μετρήσω. Τους παρόντες και τους απόντες. Τους μποέμ αρτίστες, τους μουσικούς, τα αμήχανα παιδιά. Τους κλεμμένους. Τους κρυμμένους. Τους κοινόχρηστους. Τους ξένους. Τα αγρίμια. Τους αγγέλους. Τους πιο κανονικούς και τους πιο προσωπικούς. Αλλοτε μου βγαίναν λίγοι κι άλλοτε πολλοί. Αλλά όλοι τους περνούν, μαμά. Μου στέλνουν καρτ-ποστάλ από νησιά και πάντοτε περνούν, μαμά. Θα ‘θελα να φέρω κάποιον πιο κοντά μα πάει η καρδιά ρηχά. Τους νιώθω μυστικά να επιθυμούν ωκεανούς αλλά δεν ζω με το αίσθημα. Οι λογικοί δεν ζουν με το αίσθημα. Εκεί που έμοιαζα να έχω αξία, ξέμεινα στη χειραψία. Κι έτσι, μαζεύω ρέστα από την καρδιά, μαμά.
Με τη μοναξιά που επείγει, μόνη μου ξανά.
0 σκέψεις:
Δημοσίευση σχολίου