20/12/11

Τρύπες αίμα.



Κι ήταν ένα κορίτσι που συνέχεια μπάλωνε κι εγώ που όλο το παρατηρούσα από μακριά. Τσιμπούσε με τις βελόνες του το γκρίζο ύφασμα σε ένα παλτό με αράχνες. Καθόταν όρθιο, εγκλωβισμένο σε ένα τετράγωνο πεζοδρομίου και πάσχιζε να κρύψει τρύπες με ιστούς από μέλια και δάκρυα. Ακίνητο για χρόνια. Σχεδόν ευτυχισμένο με τα χέρια στην ίδια κίνηση. Μέρες και νύχτες, χωρίς σταματημό.

Τα μάτια της, καρφωμένα από τον σκυμμένο της κορμό στα βελούδινα μπαλώματα. Δεν έβλεπα το χρώμα τους. Δεν μπορούσα να δω το βλέμμα της, μακριά εγώ, συνήθειες πιο έξω από τον τετράγωνο κόσμο της. Ώσπου γυάλισαν μια μέρα και έλαμψαν και μέσα στα δικά μου.

Πέταξε το παλτό και τις αράχνες και τα μέλια και τα δάκρυα. Και τα μπαλώματα τα ξερίζωσε και τα πάτησε μέχρι να δει το αίμα τους να ξεπλένεται από τη βροχή που κατέβηκε από τους ουρανούς. Περπάτησαν οι σταγόνες στο έδαφος και εκείνη έτρεξε σαν τρελή στη μέση του δρόμου.

Στη μέση του. Στάθηκε εκεί, με το φανάρι πράσινο για τα αυτοκίνητα και τις βιασύνες τους.

Εγώ παρατηρούσα. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο, έγινα τσιμέντο μέσα σε ένα τετράγωνο πεζοδρομίου. Πήρα τη θέση που είχε εκείνη, αλλά από την αντίθετη πλευρά.

Στη μέση του δρόμου, ξάπλωσε. Ένα με τις λευκές γραμμές στην άσφαλτο. 

Μπάλωμα η ίδια της. 

Κι εγώ ακόμη να παρατηρώ τις τρύπες του κόσμου που καλύπτει..

0 σκέψεις:

Δημοσίευση σχολίου

 
;