9/12/10

Tα Χριστούγεννα και η ασθένεια από άλφα



«Αλτσχάιμερ, το λένε. Αλτσχάιμερ, ρε μάνα» της είπε η κόρη της για όγδοη φορά μέσα σε τέσσερις ώρες κι έκλεισε με δύναμη την πόρτα πίσω της. Η κυρία Σ. τη φώναζε συχνά στο δωμάτιό της. Ξεχνούσε ποια ήταν η ασθένεια από την οποία έπασχε κι ένιωθε πως χρειαζόταν έναν άνθρωπο, για να της το υπενθυμίζει. Το άκουγε και το καταλάβαινε, αν και τη δυσκόλευε ως λέξη, αλλά μετά από πέντε μόλις λεπτά το ξεχνούσε. «Εκείνη η κοπέλα με φώναξε μάνα. Μάλλον θα είναι κόρη μου», σκέφτηκε. Βάλθηκε να προσπαθήσει να θυμηθεί. Την ασθένεια που ξεκινά από άλφα και την κοπέλα που την αποκάλεσε μάνα. «Αραγε να έχω μόνο ένα παιδί ή είναι και άλλα, που και αυτά τα ξεχνάω»; Το σκέφτηκε, το ξανασκέφτηκε και αποκοιμήθηκε, ιδιαίτερα κουρασμένη και προβληματισμένη. 

********************************************************************

Την επόμενη ημέρα, την ξύπνησαν απότομα κάτι περίεργα κουδουνίσματα. Ακουγε συχνά θορύβους που γεννούσε η φαντασία της, αλλά αυτήν τη φορά πρέπει να υπήρχαν στην πραγματικότητα. Ανοιξε δειλά την πόρτα του δωματίου της. Δεν το συνήθιζε. Αυτό ήταν προνόμιο εκείνης της κοπέλας που τη φώναζε μάνα. Της έφερνε συνήθως φαγητό, γυρνούσε να μαζέψει τα αποφάγια και αυτές ήταν οι μόνες φορές που κάποιος είχε το δικαίωμα ν’ αγγίξει το ρημάδι το χερούλι.

Στην είσοδο του σπιτιού, είδε τρία παιδιά με σκούφους και σιδερένια τρίγωνα στα χέρια. Τραγουδούσαν ρυθμικά ένα σκοπό που της έμοιαζε οικείος. «Χριστού τη θεία γέννηση…» τους άκουσε να λένε και κάτι ταρακουνήθηκε μέσα της. Στο χολ έφτανε μια έντονη μυρωδιά μελιού και κανέλας και στο σαλόνι δέσποζε ένα ψηλό έλατο, στολισμένο με κόκκινες μπάλες κι ένα χαμογελαστό άγγελο στην κορυφή του.

Η κοπέλα που τη φώναζε μάνα την είδε να στέκεται σαν εγκλωβισμένη σε μια εσοχή του τοίχου και την πλησίασε. Την αγκάλιασε δυνατά και αφέθηκε να στηριχτεί στον ώμο της για αρκετά δευτερόλεπτα. «Μάνα, είναι Παραμονή Χριστουγέννων σήμερα» της είπε. «Πάλι μάνα» σκέφτηκε η κυρία Σ. και βεβαιώθηκε πια για ένα κλαδί του γενεαλογικού της δέντρου. Η κόρη της φρόντισε να τη βολέψει σ’ έναν αναπαυτικό καναπέ, της πρόσφερε καφέ και σπιτικά κουλουράκια και κάθισε πλάι στα πόδια της. «Σε λιγάκι θα έρθουν και οι υπόλοιποι και θα φάμε όλοι μαζί». Τα μάτια της κυρίας Σ. σκοτείνιασαν και πάλι. «Αυτή η ασθένεια από άλφα δε με αφήνει να θυμηθώ τίποτα» σκέφτηκε. Και αποφάσισε να περιμένει. 


******************************************************************

Οι «υπόλοιποι» δεν άργησαν να φτάσουν. Το σπίτι γέμισε άντρες, γυναίκες και πολλά μικρά παιδιά με δώρα στα χέρια. Αντάλλαζαν φιλιά και πειράγματα την ώρα που η κυρία Σ. ένιωθε να βουλιάζει όλο και περισσότερο σ’ εκείνον τον αναπαυτικό αλλά ανασφαλή καναπέ. Ηπιε την τελευταία γουλιά καφέ που είχε απομείνει στο φλιτζάνι της κι έκανε να φύγει προς το δωμάτιό της. Τότε ήταν που τα φιλιά έβαλαν στόχο τα δικά της δύο μάγουλα. Ακουγε από δεξιά και αριστερά να τη φωνάζουν «μάνα» και «γιαγιά». Σάστισε, αλλά δεν το κούνησε ρούπι. Είχε πολλή ζεστασιά εκεί μέσα, όση ποτέ δεν είχε νιώσει στο καναρινί δωμάτιο που κοιμόταν και ξυπνούσε.

Ένα ξανθό αγόρι, γύρω στα τρία και με μάτια ολοζώντανα, έτρεξε κατά πάνω της. Της τράβηξε συνθηματικά δυο φορές την ποδιά και της έκανε νόημα να σκύψει. Στο κουτί που πήρε στα χέρια της, βρήκε μια μάλλινη ζακέτα και μια φωτογραφία. Η ζακέτα έγραφε «για σένα» και η φωτογραφία «απ’ όλους εμάς». Τους κοίταξε βαθιά, καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια να τους αναγνωρίσει. Δάκρυσε, γιατί μερικές από τις αναμνήσεις ήρθαν στην επιφάνεια, εκεί όπου είχε καιρό να τις συναντήσει. «Χρόνια πολλά», της ευχήθηκε το αγόρι. Του χάιδεψε το μέτωπο, ύστερα το φίλησε και του είπε: «Χρόνια πολλά σε σένα, αγόρι μου. Εγώ χρόνια έζησα, μέρες πια δε ζω».

4 σκέψεις:

Ανώνυμος είπε...

χρόνια έζησα,μέρες πια δε ζω.. απίστευτος στίχος,ιδανικός για νέο τραγούδι..
Αν και πάντα πίστευες ότι δν διαβάζω το blog σου..

Ο θαυμαστής σου, Στ..

a-prosar είπε...

Ανώνυμε, όταν κάποιος δεν με αφορά, δεν με απασχολεί και αν διαβάζει το blog μου επίσης. Καληνύχτα..

Ανώνυμος είπε...

Α-προσαρ..δε θα σχολίαζες καν..Καληνύχτα και σε σένα!

a-prosar είπε...

Από ευγένεια, δεν αφήνω τίποτα ασχολίαστο. Και χάρη στην κοινή λογική, όταν κάποιος δεν με αφορά, δεν με αφορά.

Δημοσίευση σχολίου

 
;