Η πόλη γυμνή και παρατημένη σε μιαν άκρη, στην άκρη ενός πουθενά. Με τα σημάδια της εκτεθειμμένα. Τα σημάδια της είναι οι άνθρωποί της. Εκείνοι που κυκλοφορούν στο γκρίζο της και γίνονται πιο μελανοί, μέρα με τη μέρα. Τα επιδερμικά σημάδια που σκουραίνουν από τον οίκτο βλεμμάτων, από μια κοινωνία που πασχίζει να ξεχάσει πόσο βαριά άρρωστη είναι σε βάρος τους.
«Αναζητούνται εξιλαστήρια θύματα». Εσερνε το καρότσι του στο πεζοδρόμιο σαν να είχε μέσα το παιδί του. Εσπρωχνε τα κουλούρια του και τα κοιτούσε σαν να χάζευε ξανθές πλεξούδες να χρυσίζουν στον ήλιο. Μονολογούσε. «Κουλούρια, εδώ κουλούρια». Πιο γρήγορα οι ρόδες. Να προλάβουν τους βιαστικούς, τα χαμηλωμένα βλέφαρα. «Είναι νόστιμα». Οι παλάμες δίπλα του, τα σφιχτά ενωμένα δάχτυλα, έμοιαζαν να μη θυμούνται πώς είναι να βουτάνε σε μια γεύση. «Μα, είναι νόστιμα. Γιατί δεν παίρνετε»; Σταμάτησε να περπατά. Μουντζούρωσε το χαμόγελο στα χείλη του. Το παράπονο έξω από αυτόν έγινε λυγμός με μια συγκατάβαση. Τα θύματα είναι πάντοτε συγκαταβατικά.
Δυο τετράγωνα μετά τα κουλούρια, τα φυλλάδια. Φούξια μεροκάματο σε διαστάσεις τσέπης. Να μένει η διαφήμιση στην τσέπη και να γίνεται η δουλειά. Να γίνεται η δουλειά για να υπάρχει και για εκείνον δουλειά. Διακριτικός, καθημερινός και αποτελεσματικός. Πέρασα, με κοίταξε, τον άκουσα. «Ευχαριστώ». Ξαναπέρασα. Το ίδιο. «Να 'σαι καλά». Το φωσφορίζον μεροκάματο κόλλησε στα χέρια του. Σχεδόν γονάτισε μπροστά μου για το ξεκολλήσει. Διπλό το ευχαριστώ του τότε. Κι η ντροπή όλη δικιά μου, διπλάσια και τριπλάσια. Η ευγνωμοσύνη στο δρόμο αξίζει όσο τίποτε, αλλά δεν την αξίζει κανείς.
«Δεν αναζητούνται πια. Εχουν βρεθεί τα εξιλαστήρια θύματα». Εχουμε γεννηθεί ως τέτοια. (Νομίζουμε ότι) ζούμε και πεθαίνουμε ως τέτοια. Περπατάμε και βλέπουμε τριγύρω μας καθημερινά τον τρόπο με τον οποίο συμβαίνει. Το «πώς» σέρνονται, το «πώς» σερνόμαστε, αυτοί, εμείς, τα θύματα. Αλλά δεν ξέρουμε το «γιατί». Μονίμως εικάζουμε αλλά δεν γνωρίζουμε πραγματικά. Ή δεν θέλουμε να μάθουμε. Καμιά φορά, είναι θελκτικό να ζεις μέσα στην άγνοια. Μόνο αυτή μπορεί να γεννήσει από ένα εξιλαστήριο θύμα ένα άλλο, μόνο από αυτή πολλαπλασιαζόμαστε και επιπλέουμε φελλοί, μέσα στην τραγικότητά μας.
1 σκέψεις:
δυστυχώς οι άνθρωποι έχουν σταματήσει να ονειρεύονται...έχουν αναγκαστεί να σταματήσουν να ονειρεύονται...
Δημοσίευση σχολίου